- τροβαδούρος
- τροβαδούρος, ο και τρουβαδούρος, ο(λ. γαλλ.), πλανόδιος λυρικός ποιητής των μεσαιωνικών χρόνων.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
τροβαδούρος — (traubadour). Ποιητής του Μεσαίωνα, που συνέθετε τα ποιήματά του στη λεγόμενη γλώσσα του οκ (oc) ή προβηγκιανή γλώσσα της νότιας Γαλλίας. Ο αντίστοιχος όρος στη γλώσσα του όιλ (οïl) που ήταν η γλώσσα της βόρειας Γαλλίας, ήταν: trouvère. Με τους… … Dictionary of Greek
Αρνό, Ντανιέλ — (DanielArnaut, περ. 1160 – 1210). Προβηγκιανός τροβαδούρος. Σημάδεψε με το έργο του την εξέλιξη της λυρικής γαλλικής ποίησης. Σύμφωνα με την ανώνυμη προβηγκιανή Βίντα του 13ου αι., ο Α. ήταν ευγενής, γεννημένος στον πύργο του Ριμπεράκ, της… … Dictionary of Greek
μεταφυσική — Φιλοσοφικός κλάδος, ο οποίος ασχολείται με υπεραισθητικές πραγματικότητες, προσεγγίζοντας τον υλικό κόσμο μέσα από το πρίσμα του πνεύματος. Η προέλευση του όρου μ. είναι περίεργη, γιατί προέρχεται από την τοποθέτηση των έργων του Αριστοτέλη που… … Dictionary of Greek
τρουβαδούρος — ο, Ν βλ. τροβαδούρος … Dictionary of Greek
Γκουτιέρεθ, Αντόνιο Γκαρθία — (Antonio Garcia Gutierrez, 1813 – 1884).Ισπανός συγγραφέας. Έγινε γνωστός το 1836 με το θεατρικό του έργο Ο τροβαδούρος.Στη συνέχεια έγραψε μία σειρά έργων με τους τίτλους Ο άγνωστος της Βαλεντίας, Η καταλανική εκδίκηση (1861), Ιωάννης Λορέντζος… … Dictionary of Greek
Γούναρης, Νίκος — (1916 – 1965). Καλλιτέχνης του ελαφρού ελληνικού τραγουδιού. Ο Γ., που χαρακτηρίστηκε ως ο τροβαδούρος της Αθήνας, ήταν και κιθαρωδός, ενώ οι δίσκοι με τα τραγούδια του γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Στη διάρκεια της ακμής της σταδιοδρομίας του… … Dictionary of Greek
Μαρκ, Αούσιας — (Ausias March, Γκανία, Βαλένθια 1395 – 1459). Ισπανός ποιητής. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών και από τον πατέρα του, Πέδρο, κληρονόμησε σημαντική περιουσία. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν μαρτυρίες εκτός από το γεγονός ότι παντρεύτηκε δύο φορές.… … Dictionary of Greek
Φαμπρ ντ’ Ολιβέ, Αντουάν — (Fabre d’Olivet, Γκανζ, Ερό 1786 – Παρίσι 1825). Γάλλος συγγραφέας. Έδειξε πολύ ενδιαφέρον για μια ευρεία μόρφωση (μιλούσε πολλές γλώσσες, ανάμεσα στις οποίες τα σανσκριτικά, τα αραβικά και τα κινεζικά). Ασχολήθηκε με τον εσωτερισμό και πρόσφερε… … Dictionary of Greek
τρουβαδούρος — ο βλ. τροβαδούρος, ο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)